Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2021

ΑΛ. ΠΑΠΑΡΗΓΑ - ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΑΕΙ: Ο νόμος μπορεί να μείνει στα χαρτιά από ένα ρωμαλέο κίνημα που στρέφεται κατά της μετατροπής των ΑΕΙ σε θυγατρικές επιχειρήσεων



 Το κοινό νήμα που συνδέει το σημερινό νομοσχέδιο για την Τριτοβάθμια Eκπαίδευση με όλες τις προηγούμενες αντιδραστικές αλλαγές στην Παιδεία, που είναι ο στρατηγικός στόχος για τη μετατροπή των Πανεπιστημίων σε θυγατρικές των επιχειρήσεων, ανέδειξε η Αλέκα Παπαρήγα, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής του Κόμματος, μιλώντας στην Ολομέλεια της Βουλής, όπου συζητείται το επίμαχο σχέδιο νόμου.

«Δεν είσαστε καινοτόμοι», είπε η Αλέκα Παπαρήγα, απευθυνόμενη στην κυβέρνηση και στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, καθώς «η υποβάθμιση και η ευρύτερη ταξικοποίηση έχει προκατόχους», όπως τον νόμο Διαμαντόπουλου του ΠΑΣΟΚ, τον νόμο Αρβανιτόπουλου της ΝΔ και τον νόμο Γαβρόγλου του ΣΥΡΙΖΑ.

«Αν δεν γινόταν η λεγόμενη ανωτατοποίηση των ΤΕΙ και η ενιαία Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, θα ήταν δυνατόν να έρθει σήμερα αυτό το νομοσχέδιο, όπου πια επισημοποιεί πτυχία Α, Β και Γ κατηγορίας;», σημείωσε. Όπως εξήγησε, πρόκειται «για διαδοχικές αντιδραστικές, ταξικού χαρακτήρα μεταρρυθμίσεις», οι οποίες υποτάσσονται σε αυτό που λένε «νέο παραγωγικό μοντέλο», εξωστρεφές, με επενδύσεις σε 4 - 5 κλάδους, καθώς και στη «γεωστρατηγική αναβάθμιση» της Ελλάδας.

Η Αλέκα Παπαρήγα υπογράμμισε πως στόχος της πανεπιστημιακής αστυνομίας είναι η παρακολούθηση, το φακέλωμα, η κινδυνολογία, οι εκβιασμοί και η καταστολή «και για αυτό απορρίπτουμε οποιαδήποτε άλλη μορφή προτάθηκε από κόμματα της αντιπολίτευσης». Υπογράμμισε δε πως «όταν λειτουργούσε το σπουδαστικό της ασφάλειας, το ξύλο το τρώγαμε έξω από τα Πανεπιστήμια», ενώ «τώρα είναι ένα πακέτο ολόκληρο, θα λειτουργεί σαν ένα σπουδαστικό της ασφάλειας με αποστολή την καταστολή μέσα στα ίδια τα Πανεπιστήμια».

Σε ότι αφορά το πρόσχημα της πάταξης της ανομίας και της παρανομίας, επισήμανε ότι η παρανομία υπάρχει έξω από τα Πανεπιστήμια, καθώς και ότι υπάρχουν συνειδητοί ή ενδεχομένως και ασυνείδητοι προβοκάτορες που μάλλον η κυβέρνηση τους χειροκροτά για να στήσει έναν μηχανισμό καταστολής, «σε μια μια περίοδο που έρχονται και άλλα μέτρα και σε μια περίοδο που έχει διαφανεί ότι υπάρχουν σημαντικά βήματα αναγέννησης του φοιτητικού κινήματος, το οποίο βρισκόταν σε μακροχρόνια κρίση».

Επίσης, επισήμανε πως ο εκμαυλισμός, η διαφθορά και η εξαχρείωση έχουν κύριο εργαλείο τα κοινοτικά κονδύλια για τη χρηματοδότηση της έρευνας, τα οποία πηγαίνουν σε καθηγητές που στήνουν την ομάδα τους. «Αυτό ήταν ο μεγαλύτερος αγωγός εκμαυλισμού μέσα στα Πανεπιστήμια», ανέφερε, προσθέτοντας ότι σε αυτό η ΔΑΠ και η ΠΑΣΠ «διέπρεψαν όλα αυτά τα χρόνια».

Αναφερόμενη στο στόχο του λαϊκού κινήματος να μείνει η πανεπιστημιακή αστυνομία στα χαρτιά, εξήγησε πως αυτό μπορεί να το κάνει ένα ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα το οποίο «διεκδικεί πλήρως το δικαίωμα της πάλης μέσα και έξω από τα Πανεπιστήμια -γιατί το ζήτημα των Πανεπιστημίων δεν είναι στενά πανεπιστημιακό- και βάζει στο επίκεντρο την όλη κατάσταση της Ανώτατης Εκπαίδευσης». Συμπλήρωσε πως «ο αγώνας με ένα μεμονωμένο θέμα, ζωτικό -της δημοκρατίας- όπως είναι οι συνδικαλιστικές, οι φοιτητικές, οι πολιτικές ελευθερίες δεν μπορεί να φέρει κανένα αποτέλεσμα αν δεν συνδεθεί με τον στρατηγικό σκοπό που υπηρετεί αυτός ο νόμος. Και δεν υπηρετεί μόνο την αστυνομοκρατία, αλλά υπηρετεί τη μετατροπή ενός πανεπιστημίου σε θυγατρική εταιρεία των μονοπωλιακών επιχειρήσεων, και μάλιστα στους τομείς εκείνους που θα γίνουν σήμερα επενδύσεις».

Ένα τέτοιο φοιτητικό κίνημα που θα συνεργάζεται με ότι ριζοσπαστικό υπάρχει εκτός Πανεπιστημίου μπορεί να αντιμετωπίσει και να βάλει στα χαρτιά την αστυνόμευση και τη βία που θα αυξηθεί στα Πανεπιστήμια, αλλά το κυριότερο τη μετατροπή των Πανεπιστημίων σε θυγατρικές των επιχειρήσεων που θα βγάζουν μια πανεπιστημιακή ελίτ και όλοι οι άλλοι πτυχιούχοι θα είναι για τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, είπε.